Εμένα μ’ αρέσει το φαγητό. Φαίνεται εξ’ άλλου, χοντρός είμαι. Αλλά αυτό που συμβαίνει το τελευταίο διάστημα στην τηλεόραση ξεπερνά και τους χοντρούς και τους τετράπαχους και τους τόφαλους. Όλοι μαγειρεύουν. Παντού κατσαρόλες, τηγάνια, τετζερέδια, μπλάστες και εκατό λογιών κουταλοπήρουνα. Όπου γυρίσω το μάτι μου βλέπω πλεξούδες από σκόρδα, σακιά από πατάτες, λεκάνες με ζυμάρια, σπαλομπριζόλες και γαριδοκαραβίδες. Τι στο καλό έπαθαν όλοι τους και σκύψανε με τόση ευλάβεια πάνω στα πολυμίξερ και τις γκαζιέρες; Πότε έγινε της μόδας να είσαι μάγερας και δεν το κατάλαβα; Από παντού ξεπροβάλλουν στρατιές μελλοντικών βασιλιάδων της κουζίνας έτοιμοι να σφάξουν ο ένας τον άλλον σαν αρνί του Πάσχα μπροστά στους πεινασμένους τηλεθεατές. Κρατάνε στα χέρια τους μακριά μαχαίρια και γυαλιστερές κουτάλες και καταγίνονται με κάτι αλλόκοτα υλικά που πρώτη φορά τ’ ακούω. Σαν το φινόκιο. Τι είναι ρε παιδιά αυτό το φινόκιο; Ό,τι φαγητό κι αν φτιάξουν, φινόκιο τού ρίχνουν.
Συγνώμη αλλά από πότε τα γεμάτα σάλτσες χέρια, οι καταλαδωμένες ποδιές και η τηγανίλα της κουζίνας έγιναν τόσο in; Μη με παρεξηγήσετε, έντιμη, συμπαθέστατη και χρησιμότατη δουλειά είναι, απλώς αναρωτιέμαι πως ξαφνικά εκτοξεύτηκε στον γαλαξία της πιο top γκλαμουριάς της ελληνικής κοινωνίας. Ποιος διεστραμμένος μετέτρεψε τις γραβιέρες, τα σέσκουλα, τα άνιθα, τις πέρκες, τους μπακαλιάρους και τις σηκωταριές στο απόλυτο Greek Dream; Τι παράκρουση είναι αυτή πάλι; Από πού ξεφύτρωσαν όλες αυτές οι ξύστες, τα χαβάνια, τα σουρωτήρια, τα χτυπητήρια και τα μπακιρικά που μπήκαν στη ζωή μας; Τι μανία τους έπιασε άντρες-γυναίκες και θέλουν σώνει και καλά να γίνουν ταβερνιάρηδες; Κάτι σωματαράδες μουσάτοι, κάτι ντιρέκια ως εκεί πάνω, αντί να καβαλήσουν μια 900κοσάρα μηχανή και να βγουν για γκόμενες, ζώνονται τις καρό ποδιές και σουφρώνουν τα χειλάκια τους σαν τη θειά μου τη Φιφίκα όταν δοκιμάζει τους μπουμπουριστούς χοχλιούς της. Και μη χειρότερα. Πού ξανακούστηκε να στέκονται δώδεκα νοματαίοι πάνω από ένα μίξερ και να κουβεντιάζουν με τις ώρες πόσο αραιή πρέπει να ‘ναι η μαρέγκα; Και αφού αποφουρνίσουν, να τρώγονται μεταξύ τους σαν τις Κατίνες διότι δεν ψήστηκε καλά η ζύμη της τάρτας, δεν έδεσε καλά η μπεσαμέλ και δεν ήταν αρκετά τραγανό το φινόκιο. Και τι στο διάολο είναι αυτό το φινόκιο τέλος πάντων; Ψάρι, τυρί ή αγριόχορτο;
Μπορεί κάποιος να μου πει τι σημαίνει «έντιμο αλλά άχρωμο πιάτο»; Δηλαδή, για να ψήσει κάποιος μια ρημαδιασμένη μερίδα φαγητό, πρέπει να έχει σπουδάσει στη σχολή καλών τεχνών του Μετσοβίου και για να τη σερβίρει πρέπει να έχει διδακτορικό διακόσμησης εσωτερικού χώρου από τη Φλωρεντία; Γιατί ένα μπιφτέκι με πατάτες και λίγη σαλάτα, θα πρέπει να είναι σαν μεσαιωνικό φρούριο; Γιατί η μουστάρδα στην άκρη πρέπει να ζωγραφίζει τη Μόνα Λίζα; Και γιατί οι αστακοί πρέπει να στέκονται όρθιοι στην πιατέλα και να σπρώχνονται με τις κεραίες τους σαν το άγαλμα της Πλατείας Κλαυθμώνος; Με ποια λογική, μόλις ξαπλώσει ο αστακός πάνω στα μακαρόνια, ο μάγειρος βγαίνει άχρηστος και βάζει τα κλάματα; Άσε αυτά τα κλάματα. Μα καλά, δεν ντρέπονται λιγάκι; Κοτζάμ μαντράχαλοι και μεγάλες γυναίκες, να μιξοκλαίνε όλοι μαζί σαν νήπια επειδή φοβούνται μήπως τους διώξουν από την κουζίνα; Μέχρι προχθές, ο άντρας δεν έμπαινε στην κουζίνα ακόμα κι αν του ‘βαζες πιστόλι στην πλάτη, ενώ η γυναίκα έκανε αμάν να βγει από κει μέσα και να κάτσει πέντε λεπτά στο σαλόνι. Τώρα τι τους έπιασε όλους και αλυσοδένονται στους πάγκους της σαν τους ακτιβιστές της Greene Peace, μήπως και τους αφαιρέσουν το δικαίωμα να χτυπάνε αυγολέμονα και να πλάθουν κουλουράκια; Κάνουν από πάνω και εθνικοπατριωτικές δηλώσεις του τύπου: «Θα δώσω και την τελευταία ρανίδα του αίματος μου για να παραμείνω».
Πού να παραμείνεις ρε μεγάλε; Φόρεσες έναν χρυσό κρίκο στ’ αυτί σαν πειρατής τού Καβαδία, έδεσες μαύρο μαντήλι στο ξυρισμένο κεφάλι σου, έβγαλες δυο στιγματισμένα μαύρα μπράτσα που αρρώστιες τα ‘χουνε τσακίσει τροπικές, μόνο και μόνο για να σερβίρεις κρεμ μπρουλέ; Και σε πιάνουν τα υπαρξιακά σου επειδή δε μπόρεσες να ψιλοκόψεις το κρεμμύδι σε πέντε κινήσεις; Ου να χαθείς ρε, που τρώς γεμάτος αγωνία τα νύχια σου, όσο ο τύπος της επιτροπής δοκιμάζει «το πιάτο σου». Τόση περηφάνια πια γι’ αυτό το «πιάτο σου» δεν έδειχνε ούτε ο μπάρμπας μου ο Στεφανής όταν μιλούσε για το παράσημο του στην Αλβανία. Είπαμε, αλλάζουν οι εποχές αλλά είστε σίγουροι ότι αποτελεί πρόοδο να τραγουδάμε «μην βροντοχτυπάς τις χάντρες, η φουφού κάνει τους άντρες»;
Αμ αυτές οι επιτροπές με τους σεφ; Τι στυλάκι είναι πάλι τούτο που πλασάρουν; Ο καθένας χωριστά μπορεί να είναι συμπαθέστατος, αλλά όλοι μαζί είναι ανυπόφοροι. Κι αν το στυλ δεν είναι δική τους επιλογή αλλά του τηλεοπτικού concept, τότε το concept είναι για σφαλιάρες. Εντάξει, ξέρω ότι οι καιροί του αντικομφορμισμού έχουν παρέλθει και ότι ξαναγυρίσαμε στην κοινωνία της ιεραρχίας, αλλά υπάρχουν και όρια βρε αδερφέ. Τι είναι αυτό το στήσιμο δηλαδή; Όρθιοι, ακίνητοι, ανέκφραστοι, να περιμένουν τον μελλοθάνατο που τους πλησιάζει κάτωχρος με την ψητή κολοχτύπα του ανά χείρας. Χαλαρώστε λίγο, μάγειρο κρίνετε, όχι κανέναν αρχιπεζοναύτη που θα στείλετε σε αποστολή αυτοκτονίας στα μετόπισθεν του εχθρού. Κι εσύ ρε συφοριασμένε διαγωνιζόμενε, γιατί τρέμεις έτσι μπροστά τους; Σεφ είναι, όχι επιτροπή των Ες-Ες στο Άουσβιτς. Τον πουρέ που έφτιαξες θα βαθμολογήσουν, δε σε πάνε για εκτέλεση. Γιατί κλείνεις γεμάτος απελπισία τα μάτια σου, όταν ο ανακριτής πλαταγιάζει τη γλώσσα του διαπιστώνοντας με υποδόρια απέχθεια ότι κάποιοι κόκκοι ζάχαρης δεν έχουν διαλυθεί και κάνουν «κρίτσι-κρίτσι»; Σιγά πια, ζάχαρη είναι κρίτσι-κρίτσι θα κάνει. Αλλά τι στο διάολο ζητά η ζάχαρη στον πουρέ, μωρέ; Φαί έφτιαξες ή γλυκό; Νάσου πάλι και κείνο το φινόκιο; Έβαλες φινόκιο και στον πουρέ; Που το μάθατε όλοι σας το φινόκιο ρε κι εγώ δεν το ‘ξερα;..
…Λοιπόν, αυτή ιστορία με τους χιλιάδες υποψήφιους μαγείρους, τις χύτρες, τις ηλεκτρικές κουζίνες στη σειρά, τις κρέμες, τα σέλινα, τις αρχιτεκτονικές της καραβίδας, τους πανηγυρισμούς της πετυχημένης ψαρόσουπας και τα κλάματα του κακοψημένου μπουρεκιού, πρέπει να τελειώσει το συντομότερο. Αν η βουλιμία είναι απόδειξη κατάθλιψης, η εθνική βουλιμία τι είναι άραγε; Ας ρίξουμε και μια ματιά στα ψιλά γράμματα της ιστορίας. Πάντα οι αγροίκοι κατακτητές των παρακμασμένων αυτοκρατοριών, πάθαιναν πλάκα από τις γευστικές επιδόσεις των παχύσαρκων ράθυμων ηττημένων…
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Έχουμε πια μετατραπεί σε ένα απέραντο μαγειρείο όπου πολλοί «μαγειρεύουν» και λίγοι «τρώνε».. Και ο Καμπουράκης στα μαγειρεία της ΜΕΓΚΑ-λης ΥΕΝΕΔ μαγειρεύει και αυτός.. Αλλά τον συμπαθώ τον χοντρούλη.. και το κείμενο είναι πολύ ωραίο.. Τουλάχιστον αυτός βγάζει μια αυθεντικότητα.. Σε αντίθεση με τον «μάγειρα» Οικονομέα που το παίζει «σοσιαλιστής» και «αντεξουσιαστής» και μας γυρνάει τα άντερα..
πάντα υπήρχαν άντρες που μαγείρευαν και όπως λέγαν και οι παλιοί οι καλύτεροι σεφ ήταν πάντα άντρες.
εμένα πάντα ήταν μια από τις μεγαλύτερες μου αδυναμίες. Ιδιαίτερα πλέον με τις ιδιαίτερες μου διατροφικές συνήθειες. Πρέπει να πειραματίζομαι λίγο περισσότερο για να τρώω και να ευχαριστιέμαι.
Αλλά όλα έχουν τον καιρό τους και γίνονται μόδα. και ότι γίνεται μόδα έρχεται η τηλεόραση για να το ξεπουλήσει και να το ξεφτιλίσει.
Το φινόκιο είναι η ρίζα του μάραθου και γενικά …δεν μπορείς να το πετάς παντού.
μην τσαντιζεσαι τοσο που η ευγενια πετυχε περισσοτερο απο σενα στη τηλεοραση
ειναι κριμα αλλα τι να κανουμε θα τη φας στη μαπα και θα σου αρεσει
Εγώ δεν συμπαθώ ,ούτε τον Καμπουράκη,κάποτε μου φαινόταν αδιάφοροs,τώρα γελοίοs και αντιπαθήs,ειδικά σε μια εκπομπή του Πρετεντέρη,είδα πόσο χειρότεροs είναι ,ακόμη και από τον Πρετεντέρη,ήθελα να σπάσω την τηλεόραση.Μ’αρέσει που κάποιοι θεωρούν τον εαυτό τουs ποιοτικό(τρομάρα τουs)και κρίνουν τουs υπόλοιπουs.Στην Ελλάδα ξεκινάει κάποιοs κάτι εύκολο και με επιτυχία και μετά όλοι κάνουν το ίδιο,οι αγρότεs φυτεύουν όλοι τα ίδια,όλοι γίνανε μαγαζάτορεs,τα αποτελέσματα τα βλέπουμε….και στην τηλεόραση το ίδιο….στο τέλοs ξυρίζουν το γαμπρό.Δημιουργία,διαφορετικότητα,ουσία,λέξειs άγνωστεs για τουs Ελληνεs και την τηλεόραση μαs.
Μ’έκανε να γελάσω πολύ το κείμενο του Δ.Κ. αλλά η κατάσταση δεν είναι για γέλια,απλά είναι κι αυτός ένας τρόπος να περάσεις ένα μήνυμα.Όλα ειπώθηκαν,δε, στην τελευταία πρόταση.
Έφτασε κλιμακωτά σ’εμάς…αρχικά από κάποια πρωινάδικα,ίσως,δεν είμαι φαν του είδους,αλλά υποθέτω ότι θέλοντας να έχουν ποικιλία που να ικανοποιεί το κοινό τους το εισήγαγαν κι αυτό,σε περιορισμένη κλίμακα.
Κατόπιν υπήρξαν εξειδικεύσεις..άτομα τα οποία ήθελαν να στηρίξουν το συνολικό επιχειρηματικό τους προφίλ και να γεμίσουν τα μαγαζιά τους έκαναν εισβολή στο σπίτι μας μέσω της τηλεόρασης προσθέτοντας έτσι στο εισόδημά τους κι έχοντας δωρεάν διαφήμιση για την επιχείρηση η τη συγγραφική τους δραστηριότητα στο είδος.
Κάποιο άλλοι το θεώρησαν,σωστά,ως μορφή διαχρονικής τέχνης και μας το σέρβιραν πασπαλισμένο με μπόλικη ιστορία και γαρνιρισμένο με γεωγραφία,ποίηση,μουσική.
Ύστερα ήρθαν αυτοί που ήξεραν από τη γιαγιά τους ότι «ο έρωτας περνάει από το στομάχι» κι έδωσαν γεύση στα «ραντεβού στα τυφλά» που τα βλέπουν,όμως,όλοι από την κλειδαρότρυπα της τηλεοπτικής κάμερας.
Ο ανταγωνισμός πέρασε στην πιο ευρεία μορφή του με μικτές πλέον ομάδες που κρίνουν ο ένας τον άλλον,ψαχουλεύοντας παράλληλα τις ντουλάπες ενώ δεν τους ξεφεύγουν ούτε τα κλειδωμένα συρτάρια του εκάστοτε οικοδεσπότη.
Εδώ,όμως,μιλάμε για σφαγείο κανονικό,για υστερία όχι για ανταγωνισμό!!!!
Ποτέ δε χύθηκε τόσο δάκρυ πάνω από ένα πιάτο φαγητό..καμιά μάνα δεν έκλαψε τόσο όταν άφησε τα παιδιά της νηστικά γιατί της κάηκε το φαΐ..κανένας σύζυγος δεν επέκρινε τόσο σκληρά τη γυναίκα του για μια ανούσια μακαρονάδα..κανένας φίλος δεν αρνήθηκε πρόσκληση σε γεύμα μετά από την αποτυχημένη μαρέγκα της προηγούμενης πρόσκλησης..
Κυρίως,όμως,κανένας δεν επέτρεψε σε κανέναν να του τσαλακώσει δημόσια το είναι του επειδή δεν του πέτυχε η μπεσαμέλ και κανένας δεν εκδιώχθηκε από μια οικογένεια η μια παρέα γιατί το πιάτο που σέρβιρε είχε φλατ γεύση και φλύαρη παρουσίαση.
Δεν έχει σημασία,για μένα,αν ο επιδιδόμενος στο σπορ της μαγειρικής δημοσίως είναι άντρας η γυναίκα.Αυτό που το μυαλό μου αδυνατεί να συλλάβει είναι το γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι έχουν επενδύσει σε υλικά αναλώσιμα,όπως είναι το σπαγγέτι,το μαρούλι,το εφήμερο αυγό η η ζάχαρη που αρκεί μια σταγόνα νερό για να την εξαφανίσει για πάντα..
Πως έφτασε η μικρή,καθημερινή και ,κυριολεκτικά,ζωτικής σημασίας ανάγκη της διατροφής να περάσει στη φάση της διαστροφής.Αυτό που δίδαξε το ένστικτο της μάνας ,κυρίως της μάνας παραδοσιακά,να γίνεται αντικείμενο σκληρής εκμετάλλευσης και καταπάτησης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας έναντι πινακίου,ίσως όχι φακής,πλέον,είναι μπανάλ την εποχή της μοριακής κουζίνας με την αποδόμηση υλικών,αλλά,έστω ,έναντι πινακίου βελουτέ ροφού με κίτρινη κολοκύθα και μυρώνια.
Το πιο σημαντικό ,όμως,θεωρώ ότι είναι η παθητική συμμετοχή και συνενοχή,κατά μια έννοια,ενός τηλεοπτικού κοινού που μαστίζεται από τις επτά πληγές του Φαραώ.
Ακόμα κι αν οι επίδοξοι νικητές γίνουν διάσημοι σεφ σε πολυτελή εστιατόρια αυτό το κοινό δε θα έχει ποτέ τη δυνατότητα όχι να γευτεί το προϊόν αυτής της επιτυχημένης καριέρας αλλά ούτε να περάσει έξω από αυτά.
Το κοινό αυτό σ’ένα μεγάλο ποσοστό δεν έχει καν τη δυνατότητα να αγοράσει τα υλικά για να μαγειρέψει στο σπίτι του τα όσα μοσχοβολούν στις τηλεοπτικές κουζίνες και φτάνουν ολοζώντανα στις δικές τους χάρη στη σύγχρονης τεχνολογίας τηλεόραση που,όμως,διαθέτουν.
Ποιος είναι αυτός που μεθόδευσε την παθητικότητα τόσων εκατομμυρίων ανθρώπων και γιατί;
Ας μην είμαστε αφελείς φίλε Δημήτρη.
Όλες οι εκπομπές, ειδικά οι πρωινές-μεσημεριανές, χτίζονται βάσει των διαφημίσεων και του target group που κάθεται και βλέπει χαζοκούτι…
Σόρρυ που λέω έτσι την τηλεόραση, βλέπω όσο γίνεται λιγότερο, μια και γνωρίζω ότι δεν γίνονται οι εκπομπές έτσι επειδή μας αγαπάνε και θέλουν να εμπλουτιστούν οι γνώσεις μας, αλλά όπως προείπα, έχει να κάνει με τις κατηγορίες των διαφημιζομένων οι οποίοι ουσιαστικά χρηματοδοτούν τις παραγωγές και πληρώνουν κι εσένα το μισθό σου…
Τώρα, λόγω και της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, καθώς και της κρίσης αξιών
γίνεταιτου Κουτρούλη ο γάμος και όλα (ακόμη και η λίγη ποιότητα που υπήρχε κάποτε) ρίχνονται πλέον σωρηδόν στο βωμό της τηλεθέασης…
Δημήτρη κάνε δίαιτα όσο είναι καιρός…